Χρώσεις Πνοών
ΡΟΔΟ ΨΥΧΗΣ: Άσε τριαντάφυλλο ψυχής/ απ’ τον εαυτό σου/ σε μονοπάτι μοναχό/ που τρέχοντας περνάν’ οι άλλοι.// Ίσως κάποιος μυρίσει Άνοιξη/ και να σταθεί θελήσει/ έκπληκτος κι ευάλωτος/ στου ρόδου τη θωριά.
ΤΟ ΔΙΑΒΑ ΣΟΥ: Ποσ’ αποθύμησα το διάβα σου/ μεσ’ απ’ τη σιωπή του βουνού/ Μηδέ λαλιά πουλιού ν’ ακούγεται/ μήτε κελάρυσμα νερού// Παρά μον’ τ’ αγέρα οι ριπές/ να σκορπούν τις ευωδιές/ καθώς εσύ θα διάβαινες/ απ’ τ’ ανθισμένα ρείκια// Και νάρθει κείνη η φωνή/ της γερακίνας η κραυγή/ καθώς τη γεύση κούμαρου θάπαιρνα/ απ’ τα μεστά σου χείλη.
ΤΖΑΚ: Και περπατούσε ο Τζακ μεσ’ το ψιλόβροχο/ ο άνθρωπος με τ’ όνομα Τζακ./ Μα πως μπορεί ο άνθρωπος νάχει τ’ όνομα σκύλου/ και νάναι άνθρωπος;/ Ο σκύλος με τ’ όνομα Τζακ./ Μα πως μπορεί ο σκύλος νάχει τ’ όνομα ανθρώπου/ και νάναι σκύλος;/ Και περπατούσαν οι Τζακ μέσα στο κρύο/ το γιατάκι τους ψάχνοντας να βρουν./ Κι όταν ο άνθρωπος Τζακ έκλαιγε/ ο σκύλος Τζακ γάβγιζε παράπονο./ Και βρέθηκαν οι Τζακ να κοιμούνται/ μαζί στο ίδιο χαρτόκουτο/ που κλώτσησε μεσ’ την αφέγγαρη νύχτα/ περνώντας από κει το κτήνος./ Το κτήνος με την ατσαλάκωτη φορεσιά τ’ ανθρώπου/ που ποτέ δεν θα μπορούσε να έχει τ’ όνομα Τζακ.
ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ: Οι στίχοι της ερημιάς σου ποιητή/ λουλούδια/ στην έρημο τ’ ανθρώπου.